Ο Νέος Πτωχευτικός Νόμος (Ν. 4738/2020) – Ρύθμιση Οφειλών και Παροχή Δεύτερης Ευκαιρίας
Στον Νέο Πτωχευτικό Νόμο, μεταξύ άλλων, προκρίνεται η εξωδικαστική ρύθμιση των οφειλών ιδιωτών και επιχειρήσεων με ηλεκτρονικά μέσα, εισάγεται νέα απλοποιημένη διαδικασία πτώχευσης -ρευστοποίησης της περιουσίας- φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων (Πτώχευση Μικρού Αντικειμένου), παρέχεται «δεύτερη ευκαιρία» στους οφειλέτες με απαλλαγή οφειλών, εντός των νομίμων προθεσμιών από την περάτωση της διαδικασίας της πτώχευσης ή την εισαγωγή του ονόματος/επωνυμίας τους στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας, σε περίπτωση ανεπάρκειας περιουσιακών στοιχείων και τέλος, για τους «ευάλωτους οφειλέτες» προβλέπεται η προστασία της α’ κατοικίας είτε με επιδότηση από το Κράτος του στεγαστικού τους δανείου, εφόσον οι οφειλές τους έχουν ρυθμιστεί και είναι φορολογικά και ασφαλιστικά ενήμεροι ή με τη μεταβίβαση της α’ κατοικίας τους στον Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης, ο οποίος θα εκμισθώνει για 12 έτη την α’ κατοικία στον ίδιο τον ευάλωτο οφειλέτη, με μερική κρατική επιδότηση του μισθώματος και δικαίωμα επαναγοράς.
Ο Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών αποτελεί μια ηλεκτρονική διαδικασία, χωρίς προσφυγή στα δικαστήρια, μέσω της οποίας δύναται να ρυθμιστούν οφειλές προς θεσμικούς πιστωτές, ήτοι χρηματοδοτικούς φορείς (δηλ. τράπεζες και διαχειριστές δανείων), Δημόσιο (δηλ. ΑΑΔΕ) και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης (δηλ. ΕΦΚΑ / ΚΕΑΟ). Μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού, παρέχεται και η δυνατότητα ρύθμισης δανείων με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου. Η ρύθμιση δύναται να προβλέπει μερική διαγραφή οφειλών, προς το Δημόσιο: έως 75% επί της βασικής οφειλής, έως 85% επί των προσαυξήσεων των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς ΑΑΔΕ και e-ΕΦΚΑ και έως 95% επί των προστίμων της ΑΑΔΕ, προς τις τράπεζες και διαχειριστές δανείων: έως 80% επί της βασικής οφειλής, καθώς και έως 100% επί των τόκων. Για να επιτευχθεί η μερική διαγραφή χρέους, θα πρέπει να πληρούνται όλοι οι κανόνες και προϋποθέσεις, όπως καθορίζονται από το Ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο, οι σημαντικότεροι εκ των οποίων είναι να έχει πραγματική οικονομική αδυναμία, τόσο ο οφειλέτης όσο και οι συνοφειλέτες και εγγυητές του και η εμπορική αξία της περιουσίας του οφειλέτη, των συνοφειλετών και των εγγυητών του να είναι μικρότερη του ύψους της οφειλής. Κατόπιν της ενδεχόμενης μερικής διαγραφής οφειλής, το υπόλοιπο χρέος δύναται να ρυθμιστεί σε ένα μακροχρόνιο πλάνο αποπληρωμής, ως εξής: οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης δύναται να ρυθμιστούν σε έως 240 δόσεις, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια προς τις τράπεζες και διαχειριστές δανείων δύναται να ρυθμιστούν σε έως 420 δόσεις για οφειλές φυσικών προσώπων προς χρηματοδοτικούς φορείς που καλύπτονται ολικώς ή μερικώς από ειδικά προνόμια, 240 δόσεις για τις οφειλές φυσικών προσώπων προς χρηματοδοτικούς φορείς που δεν καλύπτονται από ειδικά προνόμια και για οφειλές νομικών προσώπων προς χρηματοδοτικούς φορείς που καλύπτονται ολικώς ή μερικώς από ειδικά προνόμια, 180 δόσεις για οφειλές νομικών προσώπων προς χρηματοδοτικούς φορείς που δεν καλύπτονται από ειδικά προνόμια. Για την εισαγωγή στην πλατφόρμα του Εξωδικαστικού Μηχανισμού απαιτείται η πλήρωση ορισμένων κριτηρίων και η προσκόμιση απαραίτητων δικαιολογητικών. Σύμφωνα με τα περιουσιακά στοιχεία του εκάστοτε οφειλέτη, ο αλγόριθμος παράγει μια αυτοματοποιημένη πρόταση ρύθμισης, την οποία οι ιδιώτες θεσμικοί πιστωτές έχουν τη διακριτική ευχέρεια να αποδεχθούν ή να απορρίψουν και άρα, να ρυθμίσουν ή μη τις οφειλές. Για δύο μήνες από την υποβολή της αίτησης, αναστέλλονται τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος του οφειλέτη.
Η Απαλλαγή Οφειλών (2η Ευκαιρία) επέρχεται σε 1 έτος μετά την έκδοση της σχετικής δικαστικής απόφασης, στην περίπτωση που ο οφειλέτης διαθέτει περιουσία, η οποία και θα ρευστοποιηθεί κατά την πτώχευση. Σε αυτή την περίπτωση ο οφειλέτης καλείται να πληρώνει στους πιστωτές για 1 έτος το ποσό των εισοδημάτων του που υπερβαίνει το πενταπλάσιο των εύλογων δαπανών διαβίωσης ή σε 3 έτη μετά την έκδοση της σχετικής δικαστικής απόφασης, στην περίπτωση που ο οφειλέτης δεν διαθέτει περιουσία ή διαθέτει περιουσία μικρής αξίας, η οποία και θα ρευστοποιηθεί κατά την πτώχευση. Σε αυτή την περίπτωση ο οφειλέτης καλείται να πληρώνει στους πιστωτές για 3 έτη το ποσό των εισοδημάτων του που υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης. Σημειώνεται ότι ο οφειλέτης δεν υποχρεούται να πληρώσει στους πιστωτές ποσά που είναι ακατάσχετα (π.χ. οριζόντιο ακατάσχετο, ακατάσχετα κοινωνικά επιδόματα, ακατάσχετες αγροτικές επιδοτήσεις).
Η πρώτη κατοικία του «Ευάλωτου Οφειλέτη» προστατεύεται στο στάδιο του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών με επιδότηση για πέντε (5) έτη του δανείου πρώτης κατοικίας, εφόσον πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις επιλεξιμότητας και στο στάδιο της απαλλαγής οφειλών (2η ευκαιρία), εφόσον ένας ευάλωτος οφειλέτης αδυνατεί να ρυθμίσει τις οφειλές του (με οποιοδήποτε εργαλείο ρύθμισης, είτε μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού ή μέσω του Κώδικα Δεοντολογίας), τότε έχει τη δυνατότητα να προβεί στη διαδικασία της απαλλαγής οφειλών, ήτοι να διαγράψει όλες τις οφειλές του, με ταυτόχρονη ρευστοποίηση (δηλ. απώλεια) της ιδιοκτησίας της περιουσίας του, έτσι ώστε να λάβει τη 2η ευκαιρία. Ακολούθως, ένας ιδιωτικός Φορέας αγοράζει την 1η κατοικία του και ακολούθως του την επαναμισθώνει (δηλ. ενοικιάζει) για 12 έτη. Επίσης, ο οφειλέτης έχει το δικαίωμα να επαναγοράσει την εν λόγω κατοικία, εφόσον ανακάμψει οικονομικά στο μέλλον. Ως εκ τούτου, ο οφειλέτης υποχρεούται να πληρώνει το μηνιαίο μίσθωμα (δηλ. ενοίκιο) προς τον Φορέα και για το σκοπό αυτό το Κράτος στηρίζει οικονομικά τα ευάλωτα νοικοκυριά παρέχοντας μηνιαίο επίδομα στέγασης, έτσι ώστε να αποφεύγονται οι εξώσεις.
Για περισσότερες πληροφορίες καθώς και ανάλυση συμπληρώστε τη φόρμα!